Του Δημητρίου Καρατζίδη ⃰

Στην πρώτη του συνέντευξη ως πρόεδρος των ΗΠΑ την 25 Μαρτίου 2021, ο Τζο Μπάιντεν επέκρινε τον αυταρχικό τρόπο διακυβέρνησης των προέδρων της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντιμίρ Πούτιν και της Κίνας Σι Τζινπίνγκ. Όπως είναι φυσικό η απάντηση από τον εκπρόσωπο του Κρεμλίνου ήταν άμεση. Ο Πεσκόφ δήλωσε ότι Πεκίνο και Μόσχα τάσσονται κατά των προσπαθειών που κάνουν οι ΗΠΑ να επιβάλουν το δικό τους «είδος δημοκρατίας» και ότι « … κάθε χώρα έχει εκείνη την δημοκρατία, η οποία συνιστά ένα σύστημα που ανταποκρίνεται περισσότερο στις εθνικές αξίες στην ιστορία και στον σημερινό τρόπο ζωής».

Στις 15 Δεκεμβρίου 2021 οι ηγέτες Κίνας και Ρωσίας αντάλλαξαν διαδικτυακά τις απόψεις τους για τη δημοκρατία, με τον Σι Τζινπίνγκ να τονίζει ότι η δημοκρατία είναι μια «μεγάλη φιλοδοξία και κοινή αξία όλης της ανθρωπότητας» που θα πρέπει να την απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι. «Το αν μια χώρα είναι δημοκρατική ή όχι και πώς να υλοποιηθεί καλύτερα η δημοκρατία, μπορεί να αφεθεί μόνο στους δικούς της ανθρώπους να αποφασίσουν», είπε ο Κινέζος ηγέτης. Συμφωνώντας ο Πούτιν είπε ότι η Ρωσία τάσσεται υπέρ της «υπεράσπισης των αληθινών δημοκρατικών δικαιωμάτων και συμφερόντων όλων των χωρών».

Στις 04 Φεβρουαρίου 2022 με κοινή τους δήλωση από το Πεκίνο, οι παραπάνω ηγέτες κάλεσαν εκ νέου τις ΗΠΑ «να μην επιβάλουν τα δημοκρατικά πρότυπα σε τρίτες χώρες και να μην χρησιμοποιούν ως εργαλείο άσκησης πίεσης σε άλλα κράτη τη προστασία της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», καθώς μόνο ο ίδιος ο λαός έχει το δικαίωμα να επιλέξει τις «μορφές και τις μεθόδους εφαρμογής της δημοκρατίας που αντιστοιχούν στις ιδιαιτερότητες του κάθε κράτους».

Στο χορό των δηλώσεων για τη δημοκρατία προστέθηκε και ο Γερμανός πρόεδρος Στάινμαγερ, ο οποίος μετά την επανεκλογή του στις 13 Φεβρουαρίου 2022 προειδοποίησε τον Πούτιν να μην υποτιμά τη δύναμη της δημοκρατίας και τον κάλεσε να συνεργαστεί για την διατήρηση της ειρήνης στην Ευρώπη.

Παρατηρούμε ότι όλοι οι παραπάνω πολιτικοί ηγέτες τάσσονται υπέρ της «δημοκρατίας». Ο λόγος είναι ότι η πολιτική εξουσία στα πολιτικά συστήματα των κρατών τους, που όλοι τα κατατάσσουν στα δημοκρατικά, συνεχίζει να απολαμβάνει μια ισχυρή νομιμοποίηση, η οποία οφείλεται κατά κύριο λόγο στα αξιακά συστήματα των κοινωνιών τους.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Γιώργο Κοντογιώργη «όλα τα ετερόκλητα πολιτικά συστήματα της εποχής μας αυτοπροσδιορίζονται ως δημοκρατικά ή εγγράφονται τυπολογικά στη δημοκρατία: Τα δεσποτικά/μοναρχικά, και μάλιστα τα τιμοκρατικά,  ευρωπαϊκά πολιτικά συστήματα του του 19ου αιώνα, το αμερικανικό της ίδιας περιόδου, τα λεγόμενα σοσιαλιστικά, από εκείνα του Στάλιν και του Κιμ ιλ Σουγκ έως αυτά του Φιντέλ Κάστρο και του Μάο Τσε Τουγκ του 20ου αιώνα, πολιτεύματα όπως της Λιβύης, της Τουρκίας, του Ιράν, του Ιράκ, του Πακιστάν σήμερα κ.ά.» Με το προσωνύμιο της «δημοκρατίας» (Ελληνική Δημοκρατία) ορίζετο ακόμη και η στρατιωτική δικτατορία κατά την επταετία.

Τα αυταρχικά πολιτικά συστήματα είναι προφανές ότι δεν έχουν καμία σχέση με τη Δημοκρατία. Δεν είναι καν αντιπροσωπευτικά πολιτικά συστήματα, καθόσον δεν εφαρμόζουν ούτε στοιχειωδώς τη βασική αντιπροσωπευτική αρχή, την οποία και θα αναλύσω εν συντομία παρακάτω. Έχουν μια συγκέντρωση υπερβολικής ισχύος στην κορυφή της εξουσιαστικής πυραμίδας των κρατών τους, μέσω της οποίας όχι μόνο περιορίζουν δραματικά τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα των πολιτών τους, αλλά ακόμη και την ατομική τους ελευθερία. Αυτός ο αυταρχισμός θεωρείται αναγκαίος και επιβεβλημένος για τη διατήρηση της συνοχής και κατ’ επέκταση της ισχύος των κρατών, χωρίς να λαμβάνεται καθόλου υπόψη η ευημερία των κοινωνιών τους. Γιαυτό και μπορούμε αβίαστα να τα κατατάξουμε στη κατηγορία των προ-αντιπροσωπευτικών πολιτικών συστημάτων.

Η Δύση υπερτονίζοντας την αυταρχικότητα των πολιτικών συστημάτων της Κίνας και Ρωσίας για παράδειγμα, επιδιώκει την υπονόμευσή τους και τη πρόκληση εσωτερικών αναταραχών, που θα έχουν ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη δραματική μείωση της ισχύος των κρατών αυτών, αλλά ακόμη και την εδαφική τους συρρίκνωση, λόγω των αυτονομιστικών κινημάτων τα οποία υποβόσκουν εντός των θρησκευτικών και εθνικών μειονοτήτων. Στόχος της Δύσης είναι η διατήρηση της μερίδας του λέοντος στη κατανομή ισχύος στο αναδυόμενο πολυπολικό διεθνές σύστημα, εις βάρος των κυρίων αντιπάλων της και η συνέχιση της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας της.

Από τα παραπάνω προκύπτει το εύλογο ερώτημα: Γιατί οι ηγέτες των κρατών της Δύσης και ιδιαιτέρως οι ΗΠΑ, δεν επαινούν ευθέως τα δικά τους «δημοκρατικά» πολιτικά συστήματα, έτσι ώστε με άμεσο και αποτελεσματικό τρόπο να αναδείξουν τη θεωρούμενα μεγάλη διαφορά με τα αυταρχικά πολιτικά συστήματα Κίνας και Ρωσίας; Γιατί ο Τζο Μπάιντεν στη πρώτη συνέντευξή του δεν αναφέρθηκε μόνο στα θετικά του πολιτεύματος των ΗΠΑ, όπως έκανε 25000 χρόνια πριν ένας μεγάλος πολιτικός ηγέτης στη Δημοκρατία των Αθηνών; Ο Περικλής στο Επιτάφιο επαίνεσε τη Δημοκρατία λέγοντας στους συμπολίτες του: «Το πολίτευμα που έχουμε, δε ζηλεύει τους νόμους των άλλων, αλλά αντίθετα περισσότερο είμαστε παράδειγμα σε μερικούς, παρά μιμούμαστε άλλους. Και ως προς το όνομα βέβαια καλείται Δημοκρατία, επειδή η εξουσία δε βρίσκεται στα χέρια των ολιγαρχικών, αλλά του Δήμου και …τις σχέσεις μας με την πολιτεία τις διέπει η ελευθερία …». Θα αποτολμήσει ποτέ πρόεδρος των ΗΠΑ ή άλλου κράτους του δυτικού κόσμου να απευθύνει στο λαό του παρόμοιο μήνυμα; Μάλλον όχι, καθόσον τα πολιτικά συστήματα των κρατών της Δύσης όχι μόνο δεν έχουν καμιά σχέση με τη Δημοκρατία, αλλά δεν είναι ούτε καν αντιπροσωπευτικά.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Γιώργο Κοντογιώργη, αντιπροσωπευτικό ήταν για παράδειγμα το πολιτικό σύστημα που εγκαθίδρυσε με τις μεταρρυθμίσεις του ο Σόλων στην Αθήνα. Ο σοφός αυτός νομοθέτης που εκλέχθηκε με καθολική ψηφοφορία, δεδομένων των έκτακτων εξουσιών που του παρείχε ο δήμος της προ-δημοκρατικής Αθήνας, δημιούργησε το πρώτο αντιπροσωπευτικό πολιτικό σύστημα. Στην αντιπροσώπευση το σώμα των πολιτών συγκροτείται σε διαρκή θεσμό της πολιτείας (σε Δήμο), ώστε να ασκεί τις παρακάτω συναφείς προς την ιδιότητα του εντολέα πολιτικές αρμοδιότητες:

 Το «εκλέγειν». Η κοινωνία ως εντολέας είναι αυτή που εκλέγει το πολιτικό προσωπικό (τους εντολοδόχους) και όχι αυτή που απλά επιλέγει μεταξύ των πολιτικών που προωθούν διάφοροι μηχανισμοί, οι οποίοι κατά κανόνα ενεργούν ιδιοτελώς. Ως εντολέας επίσης, καθορίζει και τη χρονική διάρκεια της εντολής.

– Το «ελέγχειν». Η κοινωνία αξιολογεί και ελέγχει το πολιτικό προσωπικό, για την ακριβή εκτέλεση των καθηκόντων του, που αφορούν τη διακυβέρνηση και το νομοθετικό έργο, σε όλα τα στάδια υλοποίησης του έργου που τους αναθέτει.

 Το «ανακαλείν». Η κοινωνία ανακαλεί το πολιτικό προσωπικό όταν κρίνει ότι δεν ανταποκρίνονται στα καθήκοντά τους. Επίσης ακυρώνει τις αποφάσεις που κρίνει ότι δεν εξυπηρετούν το κοινό συμφέρον.

 Το «ευθύνειν». Η κοινωνία καθορίζει τις ευθύνες που επιφορτίζεται το πολιτικό προσωπικό και παραπέμπει στη δικαιοσύνη όσους παρεκτρέπονται και προκαλούν βλάβη στο κοινό συμφέρον. Η βλάβη αυτή ενδεχομένως να προέλθει είτε από μια καταχρηστική ιδιοποίηση της θέσης του εντολοδόχου (διαφθορά) είτε λόγω εσφαλμένης πολιτικής που ακολούθησε, κατά παράβαση της εντολής.

– Το «καθορίζειν» το σκοπό της πολιτικής. Η κοινωνία καθορίζει το περιεχόμενο της εντολής προς τους εντολοδόχους. Ήτοι θέτει το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα πολιτεύεται το πολιτικό προσωπικό. Μάλιστα μόνο ο εντολέας δύναται να μεταβάλει το περιεχόμενο της εντολής, δηλαδή το περιεχόμενο της πολιτικής και σε καμία περίπτωση εντολοδόχος.

Επομένως στην αντιπροσώπευση, που είναι ένα προ-δημοκρατικό πολιτικό σύστημα, η κοινωνία κατέχει τις ιδιότητες του εντολέα και αποφασίζει σε πρώτο και τελευταίο βαθμό. Δεν αποφασίζει ο εκάστοτε Πρωθυπουργός ή Πρόεδρος όπως στις μέρες μας. Αυτοί, μαζί με το λοιπό πολιτικό προσωπικό είναι οι εντολοδόχοι της κοινωνίας, που ασκούν το κυβερνητικό και το νομοθετικό έργο.

Από τα παραπάνω μπορούμε με ευκολία να συμπεράνουμε ότι τα πολιτικά συστήματα της Κίνας και της Ρωσίας, αλλά και όλης της Δύσης όχι μόνο δεν είναι Δημοκρατικά, αλλά ούτε καν αντιπροσωπευτικά. Είναι προ-αντιπροσωπευτικά πολιτικά συστήματα. Δηλαδή αναλογικά, σήμερα τα πολιτικά αυτά συστήματα, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη ανήκουν στην προ-Σολώνεια εποχή και εάν ζούσε σήμερα θα τα ταξινομούσε αξιολογικά και πραγματολογικά, στην «μοναρχεύουσα ολιγαρχία».

Ο Μακεδόνας φιλόσοφος στο έργο του διευκρινίζει με σαφήνεια ότι τόσο το προ-αντιπροσωπευτικό όσο και το αντιπροσωπευτικό πολιτικό σύστημα αντιδιαστέλλονται τυπολογικά προς τη Δημοκρατία (Ορθή Πολιτεία), υπό την έννοια ότι, τα μεν πρώτα προσιδιάζουν σε διαφορετικό επίπεδο, στην υπήκοο κοινωνία πολιτών (κοινωνία-ιδιώτη, μόνο με ατομική ελευθερία), η δε Δημοκρατία στην πολιτική κοινωνία. Σε μια τέτοια πολιτική κοινωνία, ο πολίτης απολαμβάνει την ατομική, την κοινωνική και την πολιτική ελευθερία (καθολική ελευθερία).

Η ελευθερία είναι η καταστατική αρχή της Δημοκρατίας. Την ελευθερία την ορίζουμε ως αυτονομία, η οποία αντιτείνεται στην ετερονομία. Προσδιορίζει το άτομο που δεν εξαρτάται από τη βούληση ή την εξουσία κάποιου άλλου στη διαχείριση του βίου του ενώ διαφοροποιείται θεμελιωδώς ως έννοια, από το δικαίωμα. Η ατομική ελευθερία, αφορά στην προσωπική αυτονομία του κοινωνικού ανθρώπου στον ιδιωτικό του βίο, αλλά και όπου αλλού αυτό αναπτύσσει τις ενεργητικότητες του. Η κοινωνική ανάγεται στις συμβάσεις που συνάπτει το άτομο με τομεακά υποσυστήματα, με κυριότερο το οικονομικό, που αφορά στη σχέση εργασίας και κεφαλαίου. Η δε πολιτική ελευθερία ορίζει το καθεστώς αυτονομίας του ατόμου εκεί που αυτό συναντάται με τη συνολική κοινωνία. Αφορά στη μη εξάρτηση του ατόμου και της κοινωνίας στη περιοχή της πολιτικής.

Στη Δημοκρατία, που είναι ένα μετα-αντιπροσωπευτικό πολιτικό σύστημα, ο Δήμος (το σώμα των πολιτών που συγκροτείται σε διαρκή θεσμό της πολιτείας), εκτός του ότι κατέχει όλες τις συναφείς προς την ιδιότητα του εντολέα πολιτικές αρμοδιότητες, ασκεί την κυβερνητική, νομοθετική και δικαστική εξουσία. Το πολιτικό προσωπικό, όπως ο Περικλής που προαναφέραμε, κατέχει την ιδιότητα συμβούλου του Δήμου στη διαδικασία λήψεως των πολιτικών αποφάσεων, τις οποίες στη συνέχεια έχει την υποχρέωση να τις διεκπεραιώνει με το βέλτιστο τρόπο με γνώμονα το κοινό συμφέρον. Δηλαδή μπορούμε να ορίσουμε τη Δημοκρατία ως «το πολιτικό σύστημα στο οποίο η καθολική πολιτική αρμοδιότητα περιέρχεται στο κοινωνικό σώμα, το οποίο, προκειμένου να την ασκήσει, επενδύεται το πολιτικό σύστημα».

Η καθολική ελευθερία αποτελεί το στόχο της κοινωνίας και η Δημοκρατία αποτελεί το «μέσον με το οποίο θα πραγματοποιηθεί αυτός ο στόχος» στο απώτερο μέλλον. Εύκολα μπορούμε να συμπεράνουμε τη σχέση της Δημοκρατίας με τη πρόοδο και επίσης να κατανοήσουμε σε ποιο στάδιο ανθρωπολογικής εξέλιξης βρισκόμαστε σήμερα, απολαμβάνοντας μόνο την ατομική ελευθερία και διάφορα δικαιώματα (κοινωνικά, πολιτικά κ.α.). Απέχουμε πολύ από το να αντιληφθούμε τη ζωή μας βιώνοντας την κοινωνική και πολιτική ελευθερία.

Ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης, θεμελιωτής της Κοσμοσυστημικής Γνωσιολογίας η οποία και συνιστά μια εκ βάθρων νέα ανάγνωση της κοσμοϊστορίας, αναλύει λεπτομερώς στο έργο του τους λόγους που οδήγησαν τη νεωτερική διανόηση να μεταλλάξει το περιεχόμενο της έννοιας της Δημοκρατίας και να εισάγει στη θέση της την «αρχή της ενιαίας ολιγαρχικής σκέψης, που δίδαξε ο διαλογιζόμενος για την έξοδο των ευρωπαϊκών κοινωνιών από τη δεσποτεία Διαφωτισμός». Η επιλογή αυτή που αποτέλεσε εντέλει ξεκάθαρη οπισθοδρόμηση, βαφτίστηκε από την Εσπερία «εκσυγχρονισμός» και στόχευε μέσω αυτής της «ολοκληρωμένης δημοκρατικής διάστασης να ανάδειξει την πρωτοτυπική ανωτερότητά της». Αυτή την «ανωτερότητα» τη θεώρησε ως «το καταστάλαγμα της προόδου» και βεβαίως αποτέλεσε ένα χρήσιμο εργαλείο για τη νομιμοποίηση της ηγεμονίας της Δύσης στη νεότερη εποχή.

Το μεγαλύτερο εμπόδιο στο παραπάνω σχέδιο της Δύσης ήταν ο Ελληνικός Κόσμος, η ιστορία του οποίου διδάσκει τι ακριβώς είναι η Δημοκρατία και ως εκ τούτου την Πρόοδο. Γιαυτό και η νεωτερική διανόηση προσπάθησε να μας πείσει ότι o Ελληνισμός έπαψε να υπάρχει ως ιστορική οντότητα μετά τον 5ο αιώνα. Ότι το τέλος της ολοκληρωμένης ανθρωποκεντρικά «αρχαιότητας» επήλθε τον 5ο αιώνα και ότι ο Ελληνισμός εμφανίζεται εκ νέου μόλις τον 19ο αιώνα ως τεχνητό δημιούργημα του νεωτερικού κράτους. Και το κυριότερο, το οποίο αποτελεί «ανασκολόπιση της ελληνικής εξέλιξης», το Βυζάντιο ταξινομείται στον Μεσαίωνα και ανακηρύχθηκε ως «ξένος πολιτισμός» προς την «αρχαιότητα».

Και ατυχώς, στους παραπάνω «μαιανδρισμούς» της η νεωτερική επιστήμη βρήκε στο ελλαδικό κράτος έναν «απρόσμενο βοηθό», τα «μηρυκαστικά της εθελόδουλης ελληνικής κρατικής διανόησης» τα οποία όχι μόνο υπερθεματίζουν, βαπτίζοντας την οπισθοδρόμηση ως εκσυγχρονισμό, αλλά «απαξιώνουν οποιοδήποτε διανοητικό εγχείρημα αποτολμήσει να διαφοροποιηθεί από τον ιδεολογικό ιδεότυπο όλων αυτών «που στη Δύση καταγίνονται με την κατασκευή των μεθόδων και των σχημάτων της ιστορικής “επιστήμης”».

Μελετώντας, στα πλαίσια της κοσμοσυστημικής γνωσιολογίας, την ολοκληρωμένη εξελικτική διαδρομή του ανθρωποκεντρικού ή ελληνικού κοσμοσυστήματος μικρής κλίμακας και στις δυο φάσεις του (κρατοκεντρική και οικουμενική), θα αποτολμήσω να υπενθυμίσω, ως πρόβλεψη, τα λόγια του Αισχύλου: «τὸ δ’ εὖ νικάτω».

⃰ Ο Δημήτριος Καρατζίδης είναι Ταξίαρχος ε.α. και απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Αμύνης. Έχει μεταπτυχιακό στην Εφαρμοσμένη Στρατηγική και στις Διεθνείς Σχέσεις από το Πανεπιστήμιο του Πλύμουθ, μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές από το Πάντειο Πανεπιστήμιο και είναι απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Παναπιστημίου.

- Διατηρείται το δικαίωμα αναδημοσιεύσης του παρόντος άρθρου σε οποιοδήποτε μέσο, με απαραίτητη προϋπόθεση να αναγράφεται η παρούσα ιστοσελίδα και ο συγγραφέας ως πηγή. -

Κοινοποίηση: