Γράφει ο Κωνσταντίνος Δούνας, οικονομολόγος, κατέχει πτυχίο στη διοίκηση επιχειρήσεων και στην οικονομία καθώς και μεταπτυχιακό στη διοίκηση επιχειρήσεων.
Η αντιμετώπιση των φαινομένων προϋποθέτει, πρωταρχικά, την κατανόηση τους και άρα τις αιτίες που τα δημιουργούν. Η προσπάθεια αντιμετώπισης των φαινομένων στις εκφάνσεις τους και η μη κατανόηση/αντιμετώπιση των αιτιών, συνήθως επιτείνει την αναπαραγωγή/διαιώνιση τους. Η απάντηση στο ερώτημα αν το μεταναστευτικό είναι αιτία ή αφορμή και έκφανση της αιτίας, ορίζει και την οπτική τής αντιμετώπισής του.
Στην διάρκεια μιας περίπου δεκαετίας βλέπουμε να εξελίσσονται, διαδοχικά ή ταυτόχρονα, κοσμογονικά γεγονότα όπως: η μετατόπιση μεγάλου μέρους της παραγωγικής διαδικασίας από την Δύση στην Ανατολή, η βαθμιαία είσοδος των νέων τεχνολογιών (η λεγόμενη Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση) στην παραγωγική διαδικασία, η εμφάνιση της οικονομικής κρίσης το 2008, οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις με την “Αραβική Άνοιξη” και την αντιπαράθεση των ΗΠΑ με την Ρωσία (η οποία ουσιαστικά αναίρεσε την πλανητική ηγεμονία των ΗΠΑ).
Τέλος, θέση σε αυτά τα γεγονότα κατέχουν και τα μαζικά μεταναστευτικά ρεύματα. Σε σημαντικό μέρος της ελληνικής κοινωνίας (και σίγουρα σε διαφορετικό βαθμό), έχει γίνει αντιληπτή η εργαλειοποίηση/αξιοποίηση των μεταναστευτικών ροών που γίνεται για γεωπολιτικούς (βλέπε Τουρκία) και για οικονομικούς λόγους (μείωση κόστους της εργασίας).
Επιπλέον γίνεται για ιδεολογικούς λόγους (που συνίστανται στην διάρρηξη των αξιακών/πολιτισμικών στοιχείων συνοχής των κοινωνιών, βλέπε πολυπολιτισμικότητα) και για πολιτικούς (βλέπε την λογική της κυριαρχίας των μειοψηφιών απέναντι στον λεγόμενο “αυταρχισμό” των πλειοψηφιών). Στην συνέχεια θα εξετάσουμε τις βασικές παραμέτρους που οδηγούν στην όξυνση του μεταναστευτικού προβλήματος.
Η διείσδυση της παγκοσμιοποίησης
Πρώτον, οι αλλαγές στο οικονομικό πεδίο με την κυριαρχία της σύμπραξης του πολυεθνικού και χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, που έχει ως όχημα τις νέες τεχνολογίες και διεισδύει οριζόντια στα κράτη-έθνη. Η διείσδυση αυτή ανατρέπει την ισορροπία που είχε διαμορφωθεί μεταξύ της κοινωνίας, των αγορών και του κράτους-ρυθμιστή, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Περιορίζει τον διαπραγματευτικό ρόλο του κράτους, μεταξύ αγορών και κοινωνίας, σε βάρος της κοινωνίας. Επιπλέον, αξιώνει κυριαρχία στο πολιτικό πεδίο, διαμορφώνοντας υπερεθνικά κέντρα λήψης αποφάσεων, την λεγόμενη ελίτ των αγορών.
Δεύτερον, η διείσδυση της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας στα κράτη πέραν της Δύσης. Κράτη που τα δεσποτικά κατάλοιπα παραμένουν ισχυρά, ενώ παράλληλα έχουν σημαντικές ενεργειακές πηγές και δεν έχουν στρατιωτική αποτρεπτική ισχύ, η διείσδυση αυτή πραγματώνεται με βίαιο και λεηλατικό τρόπο (βλέπε “Αραβική Άνοιξη”, Λατινική Αμερική κλπ).
Επιπλέον, η διείσδυση της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας σε κράτη που, εκτός των άλλων είναι ισχυρά στρατιωτικά και προβάλλουν αντιστάσεις στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο, απέναντι στις αξιώσεις κυριαρχίας των ελίτ των αγορών. Αυτά αποδέχονται την συνεργασία στο οικονομικό πεδίο, υιοθετούν κανόνες ελεύθερης αγοράς, αλλά χωρίς να εκχωρούν την κρατική τους κυριαρχία (Ρωσία, Κίνα).
Εκτός όμως από την αντίστασή τους, διεκδικούν και την διεύρυνση του ζωτικού τους χώρου, εντείνοντας την αντιπαράθεση μεταξύ των κρατών. Η γεωπολιτική διάσταση ενέχει σημαίνουσα θέση στο διεθνές γίγνεσθαι. Η πλανητική πολυπολικότητα αναδεικνύει με την σειρά της περιφερειακές δυνάμεις που διεκδικούν και αυτές ζωτικό χώρο. Η γεωπολιτική αναδιάταξη πραγματοποιείται και εν μέσω συγκρούσεων που παράγουν μεταναστευτικές ροές.
Νέες τεχνολογίες και “απόρριψη” εργασίας
Τρίτον, η επαγγελλόμενη οικονομική ανάπτυξη της ελευθερίας των αγορών παρουσιάζει μια μεγάλη αντίφαση. Αύξηση της παραγωγικότητας δεν σημαίνει και ανάπτυξη θέσεων εργασίας, όπως στο παρελθόν. Με την είσοδο των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή, αντικαθίσταται η χειρωνακτική εργασία (αυτοματοποίηση-ρομποτική), καθώς και η πνευματική εργασία κατά ένα μεγάλο μέρος (τεχνητή νοημοσύνη). Έτσι αυξάνεται η διαθεσιμότητα του οικονομικού προϊόντος, αλλά μειώνονται οι θέσεις εργασίας.
Η Παγκόσμια Τράπεζα ανακοίνωσε ότι το 2030 θα χαθούν 800 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Τούτων δοθέντων, είμαστε αντιμέτωποι με ένα νέο φαινόμενο που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανεργία, αλλά ως “απόρριψη” της εργασίας. Οι περιβόητες επενδύσεις δεν θα δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, διότι δεν θα χρειάζονται την εργασία για την παραγωγή προϊόντων.
Στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης η εξέλιξη αυτή θα επιταχυνθεί, λόγω του ανταγωνισμού με την Ανατολή, αλλά και λόγω κορονοϊού. Χρειάζονται οι τράπεζες τόσα καταστήματα; Χρειάζεται το δημόσιο τόσους εργαζόμενους; Χρειάζονται τόσοι δικηγόροι και λογιστές; Η επέκταση των νέων τεχνολογιών στην Ανατολή ήδη είναι παρούσα (Κίνα).
Συνεπώς, η “απόρριψη” της εργασίας στις πολυπληθείς αναπτυσσόμενες χώρες αναμένεται να δημιουργήσει νέες μαζικές μεταναστευτικές ροές. Συνυπολογίζοντας τις εκτιμήσεις των διεθνών οργανισμών ότι ο πληθυσμός του πλανήτη θα προσεγγίσει τα 10 δισεκατομμύρια το 2050, το πρόβλημα του μεταναστευτικού θα λάβει πρωτοφανείς διαστάσεις.
Εκρηκτικό μείγμα
Τέταρτον, η μαζική εισαγωγή της μεταναστευτικής εργασίας βοηθάει αρχικά τις ελίτ των χωρών της ΕΕ στον ανταγωνισμό τους με την Ανατολή. Στην φάση αυτή θα έχουμε την αντιπαράθεση/σύγκρουση μεταξύ της εργασίας των μεταναστών (εργασία εμπόρευμα) που θα πιέζει προς την άρση των κεκτημένων της εγχώριας εργασίας (εργασία δημοσίου δικαίου).
Στην συνέχεια, με την ανάπτυξη/εφαρμογή των νέων τεχνολογιών, η μεταναστευτική εργασία θα καταστεί περιττή, καθώς και μέρος της εγχώριας. Το μείγμα θα είναι εκρηκτικό, ως προς την σταθερότητα των ισορροπιών στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης. Πώς θα γίνει η κατανομή του οικονομικού προϊόντος;
Με στοιχειώδη επιδόματα σε κλάδους όπως δικηγόροι, λογιστές, γιατροί κλπ; Πώς θα καταναλωθούν τα παραγόμενα προϊόντα; Τι σημαίνει για την Κίνα και την Ινδία η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών σχετικά με την απόρριψη της εργασίας; Το υπάρχον πολιτικό σύστημα μπορεί να σηκώσει το βάρος της διαχείρισης;
Η νέα θρησκεία και το πολιτικό σύστημα
Πέμπτον, το πολιτικό σύστημα παραμένει εγκλεισμένο στην περίοδο του κράτους-έθνους του 18ου αιώνα. Δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την ισχύ της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας που έχει υπερβεί τα κρατικά όρια, κινείται ανεξέλεγκτα και επιβάλλει τους όρους της στο πολιτικό σύστημα.
Πλέον εγκαθιστά τους εκλεκτούς της στην πολιτική ηγεσία, εξαγοράζει τα ΜΜΕ και αλλάζει τα θεσμικά πλαίσια των κρατών με τις λεγόμενες αναγκαίες “μεταρρυθμίσεις”. Μεταρρυθμίσεις που συρρικνώνουν το κράτος πρόνοιας/δικαίου και παραχωρούν στον ιδιωτικό τομέα κοινωφελείς δραστηριότητες (ενέργεια, δημόσια έργα, υγεία, παιδεία κλπ).
Έκτον, παράλληλα, η ελίτ των αγορών επιβάλει την ιδεολογία της. Μία ιδεολογία που αποθεώνει την ατομικότητα ως νέα άθρησκη θρησκεία, έναντι των παραδοσιακών συλλογικών αξιών του πολιτισμού των κοινωνιών. Δεν την ενδιαφέρει η αξιοπρεπής διαβίωση της κοινωνίας ως συνόλου, αλλά το μέγιστο της ατομικής απόλαυσης, με βάση τον άκρατο καταναλωτισμό. Ο άνθρωπος ενδιαφέρει, εκλαμβάνεται, αντιμετωπίζεται ως οικονομικό ον και όχι ως εν δυνάμει πολιτικό ον.
(Η προβληματική που αναπτύσσεται στο εν λόγω άρθρο είναι βασισμένη στο βιβλίο του Καθηγητή Γιώργου Κοντογιώργη “Η Δημοκρατία ως Ελευθερία”)
- Διατηρείται το δικαίωμα αναδημοσιεύσης του παρόντος άρθρου σε οποιοδήποτε μέσο, με απαραίτητη προϋπόθεση να αναγράφεται η παρούσα ιστοσελίδα και ο συγγραφέας ως πηγή. -