- του Γιώργου Κοντογιώργη[1],
Το ζήτημα της ομηρικής Ιθάκης συνεχίζει να προκαλεί το ενδιαφέρον της επιστήμης και της κοινής γνώμης για ένα κυρίως λόγο. Ο Οδυσσέας, ο βασιλιάς της Ιθάκης, υπήρξε μια από τις πλέον εμβληματικές μορφές της τρωικής εκστρατείας. Εμφανίζεται να πρωταγωνιστεί στα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα στο στρατόπεδο των Ελλήνων λόγω της ιδιαίτερης ευφυΐας του, κυρίως όμως εξαιτίας της βαρύνουσας θέσης της Ιθάκης (και κατ’επέκταση του ιδίου) μεταξύ των μυκηναϊκών κρατών. Η κεντρική αυτή θέση του Οδυσσέα στα δρώμενα, σε συνδυασμό με την ιδιαιτερότητα της προσωπικότητάς του, εξηγεί επίσης το γεγονός ότι το ένα από τα δυο έργα του Ομήρου φέρει το όνομά του.
Πρώτη θεμελιώδης διαπίστωση λοιπόν είναι ότι το κράτος της Ιθάκης υπήρξε ένα από τα πλέον ισχυρά της εποχής με σημαίνουσα ευημερία. Την ευημερία αυτή την όφειλε σε σημαντικό βαθμό στην κομβική θέση που κατείχε για το πέρασμα των Ελλήνων προς τις δαλματικές ακτές, την Ιταλία και τη δυτική Μεσόγειο. Ο Όμηρος γνωρίζει ότι στα λιμάνια της Ιθάκης προσεγγίζουν πλοία που μεταφέρουν αγαθά και εμπόρους από και προς αυτά. Συνομολογεί επίσης ότι στην επικράτεια της Ιθάκης ανήκε μια μεγάλη για την εποχή περιοχή: η ίδια η Ιθάκη, τα νησιά Δουλίχιο, Σάμη και Ζάκυνθος καθώς και η «ηπείροιος ακτή», μια μεγάλη έκταση απέναντι στη σημερινή Ακαρνανία στην οποία αναφέρεται συχνά ο Όμηρος. Μόνη η Κέρκυρα, το νησί των Φαιάκων, εξαιρείτο από την εξουσία του Οδυσσέα καθώς συγκροτούσε ίδιον κράτος.
Επομένως η διαμφισβήτηση για την ομηρική Ιθάκη δεν αφορά στο ανήκειν ή μη του συμπλέγματος αυτού των Ιονίων νήσων στο κράτος του Οδυσσέα, αλλά στο νησί που στέγαζε την πρωτεύουσά του, το άστυ που καθόλες τις ενδείξεις έδωσε το όνομά του σ’αυτό και στο σύνολο κράτος.
- Εκτιμώ ότι για λόγους που συνδέονται με τον γεωπολιτικό χάρτη της εποχής και, φυσικά, με την φύση του κοινωνικο-οικονομικού και πολιτικού συστήματος των Μυκηναίων το νησί όπου εδραζόταν η πρωτεύουσα της Ιθάκης, η έδρα της βασιλικής οικογένειας του Οδυσσέα, είναι η σημερινή Λευκάδα. Στην εκτίμηση αυτή, συμβάλει, κατά τη γνώμη μου, η ίδια η μαρτυρία της Οδύσσειας.
Η γεωπολιτική, το επικοινωνιακό σύστημα της εποχής σε συνδυασμό με τις επιδώσεις της ναυπηγικής και της ναυσιπλοΐας, υπαγόρευαν την ανάπτυξη της θαλάσσιας επικοινωνίας κατά μήκος της ακτογραμμής. Υπό την έννοια αυτή, η Λευκάδα μονοπωλούσε το ενδιαφέρον της ναυσιπλοΐας και, κατ’επέκταση, του εμπορίου των Μυκηναίων του μητροπολιτικού ελλαδικού χώρου με τη δυτική Μεσόγειο[2]. Η στρατηγική αυτή θέση της Λευκάδας/Ιθάκης αποτέλεσε τη σταθερά, η οποία αποκαλύπτεται με τον πλέον εύγλωττο τρόπο κατά την περίοδο της κορινθιακής κυριαρχίας στο δυτικό εμπόριο. Οι Κορίνθιοι διάνοιξαν τη διώρυγα προκειμένου να αποφύγουν την ανοιχτή θάλασσα στο στενό με τη σημερινή Ιθάκη και Κεφαλονιά. Η στρατηγική αυτή θέση της Λευκάδας εξηγεί το γεγονός ότι ανέπτυξε μια από τις πλέον εκτενείς και πολυάνθρωπες πόλεις της αρχαιότητας. Με τη διάνοιξη της διώρυγας το εσωτερικό επίκεντρο θα μετακινηθεί επίσης από τη μέση και τη νότια Λευκάδα προς βορράν, στην είσοδό της.
Σε κάθε περίπτωση, συνάγεται ότι ο βασιλιάς/ηγέτης του κράτους δεν θα μπορούσε να μην επιδιώξει την ενθυλάκωση του οικονομικού ενδιαφέροντος που προσέφερε η στρατηγική θέση του νησιού της Λευκάδας στην ακτογραμμή της ναυσιπλοΐας.
Στην επισήμανση αυτή οφείλει να συνεκτιμήσει κανείς τη διαβεβαίωση του Ομήρου ότι ο Οδυσσέας είχε επενδυμένα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα στην ηπειρωτική ακτή, δηλαδή στο ακαρνανικό έδαφος της επικράτειάς του[3]. Μάλιστα, καθόλες τις ενδείξεις, ήταν ο μόνος μεταξύ των ευγενών της Ιθάκης, που κατείχε τα εδάφη της περιοχής αυτής. Είναι προφανές ότι η «ηπείροιος ακτή», συνδυάζεται οργανικά με τη Λευκάδα και όχι με τα άλλα απόμακρα προς αυτήν νησιά.
Η ανωτέρω παραδοχή εδράζεται στον χαρακτήρα του μυκηναϊκού κοινωνικο-οικονομικού συστήματος. Οι μυκηναϊκές κοινωνίες υπήρξαν μεταβατικές, με την έννοια ότι, παρόλη την ανάπτυξη του εμπορίου, η βάση τους ήταν αγροτική. Από την αγροτική οικονομία προκύπτουν και οι συσχετισμοί πολιτικής ισχύος που καθιερώνουν τον Οδυσσέα ως ηγέτη του κράτους της Ιθάκης. Είναι εντέλει ο εξ αποστάσεως ισχυρότερος γαιοκτήμονας: διαθέτει τα περισσότερα κοπάδια[4], που σημαίνει ότι κατέχει τα μεγαλύτερα βοσκοτόπια, ενώ το ανάκτορό του δεν έχει ταίρι στην εποχή του[5]. Τα αγαθά, ο χρυσός, ο χαλκός, το λάδι, το κρασί κλπ που είχε συσσωρευμένα στην «ψηλοτάβανη και ευρύχωρη αποθήκη» του ανακτόρου ξεπερνούν σαφώς εκείνα των άλλων ευγενών[6]. Συγχρόνως, σε αντίθεση με τους ευγενείς του Δουλιχίου, που εμφανίζονται ως παραγωγοί σιταριού[7], η οικονομική επιφάνεια του Οδυσσέα φαίνεται ότι είχε ως βάση την κτηνοτροφία.
- Με δεδομένη την οικονομική αυτή συγκρότηση της κοινωνίας της Ιθάκης το μόνο νησί που προσφέρεται για την υποστήριξη της οικονομικής ισχύος του γαιοκτήτη βασιλιά/ηγέτη και, κατ’επέκταση, για τη στέγαση της πρωτεύουσας του κράτους, είναι η Λευκάδα. Διότι ως νησί διαθέτει επάρκεια εδαφών, τα οποία επιπλέον σχηματίζουν μια γαιοκτητική/εδαφική ενότητα με την ακαρνανική ενδοχώρα.
Η σημερινή Ιθάκη, αντιθέτως, λόγω μεγέθους και γεωμορφίας δεν μπορεί να υποστηρίξει την εξέχουσα ισχύ του βασιλέα του κράτους. Δεν διαθέτει επαρκή εσωτερικό ζωτικό έδαφος ούτε άμεση επικοινωνιακή δυνατότητα με την «ηπείροιο ακτή». Και φυσικά, ουδείς λόγος συνέτρεχε να επιλέξει το μικρότερο και, μάλιστα, το πλέον άγονο νησί ως έδρα του ο ηγέτης εάν τα ζωτικά του συμφέροντα τοποθετούνταν σε άλλο νησί και στην ηπειρωτική στεριά. Όντως, η διήγηση του Ομήρου εστιάζει τη μεγίστη οικονομική δραστηριότητα του Οδυσσέα στο ίδιο νησί που είχε την έδρα του και στην αντίπερα ηπειρωτική ενδοχώρα. Προσθέτω δε ότι πέραν της μεγίστης οικονομικής δραστηριότητας που ανέπτυσσε ο Οδυσσέας στο νησί του, ευδοκιμούσαν σ’αυτό και άλλοι ευγενείς γαιοκτήμονες. Διανοείται κανείς ότι η σημερινή Ιθάκη θα μπορούσε να υποστηρίξει τον εξέχοντα γαιοκτητικά Οδυσσέα και, τουλάχιστον, δώδεκα ακόμη μεγάλους γαιοκτήμονες, οι οποίοι ως εκ της οικονομικής τους επιφάνειας νομιμοποιούνταν να εμφανίζονται μεταξύ των διεκδικητών του θρόνου του Οδυσσέα[8];
Ένα άλλο καθοριστικό, κατά τη γνώμη μου, στοιχείο, που διέρχεται απαρατήρητο ή αποδίδεται σε ποιητική άδεια, αφορά στο επαναλαμβανόμενο ερώτημα των μελών του βασιλικού οίκου (της Πηνελόπης, του Τηλεμάχου) αν ο ξένος που είχαν μπροστά τους ήρθε στην πόλη του Οδυσσέα με το πλοίο ή δια ξηράς[9]. Το ερώτημα αυτό είναι απολύτως φυσικό να υποβάλλεται στον επισκέπτη της σημερινής Λευκάδας αφού παρόλη τη λιμνοθάλασσα που τη χωρίζει (και την χώριζε ανέκαθεν) από την ακαρνανική ακτή η πρόσβαση σ’αυτήν είναι εύκολη και, οπωσδήποτε, ήταν τρέχουσα για τους ανθρώπους του Οδυσσέα. Είναι όμως μη διανοητό για τα άλλα νησιά, συμπεριλαμβανομένης και της σημερινής Ιθάκης.
- Ένα τελευταίο ζήτημα που είναι ωστόσο ικανό να ενισχύσει ακόμη περισσότερο το ανωτέρω επιχείρημα έχει να κάμει με την φύση του κράτους του Οδυσσέα. Διευκρινίσαμε ήδη ότι είναι τυπικά μυκηναϊκό. Έχω ταξινομήσει αλλού το μυκηναϊκό σύστημα στην μεταβατική κρατική δεσποτεία[10]. Πρόκειται για ένα πολιτικό σύστημα που αντανακλά τις σχέσεις ιδιοκτησίας/γαιοκτησίας και τους συναρτώμενους με αυτές συσχετισμούς. Το δεσποτικό κράτος απαρτίζεται από τα επιμέρους δεσποτικά πεδία (είδος φέουδων), των οποίων προΐσταται ο ιδιοκτήτης ευγενής, ο επονομαζόμενος βασιλέας[11]. Στην Οδύσσεια απαριθμούνται συνολικά εκατόν οκτώ βασιλήες που διεκδικούν τον θρόνο του Οδυσσέα: πενήντα από το Δουλίχιο, είκοσι τέσσερις από την Σάμη, είκοσι από τη Ζάκυνθο και δώδεκα από την Ιθάκη[12].
Ο ισχυρότερος μεταξύ των βασιλέων, εν προκειμένω ο Οδυσσέας, κατέχει το κεντρικό πολιτικό σύστημα και προΐσταται των άλλων βασιλήων. Οι οποίοι όμως με τη σειρά τους συγκροτούν την «γερουσία» που συντρέχει τον κεντρικό βασιλέα στην άσκηση της εξουσίας.
Η αποδυνάμωση της κεντρικής βασιλείας αποτελεί ένα διάχυτο φαινόμενο που ακολούθησε τη μακρά απουσία των Μυκηναίων ηγετών στην Τροία και διήρκεσε έως τους πρώιμους προ-κλασικούς χρόνους. Ο Ησίοδος μας μεταφέρει την ηχώ της νέας αυτής πραγματικότητας που είχε ως συνέπεια να επιβαρύνει την κοινωνική κατάσταση του κοινού λαού. Εντούτοις, η αρχή που διείπε το σύστημα της κρατικής δεσποτείας εξακολουθούσε να είναι ακόμη αρραγής κατά την περίοδο που εξετάζουμε.
Στο μέτρο που στη δεσποτεία ο κάτοχος του κράτους είναι και ιδιοκτήτης του, η διαδοχή είναι κληρονομική. Το κράτος ανήκει στον αρχηγό του οίκου και μεταβιβάζεται στον διάδοχό του δυνάμει της αρχής της αρρενογονίας. Η Πηνελόπη ως τοποτηρητής του θρόνου και επίτροπος του ανηλίκου Τηλεμάχου μπορούσε να παρακάμψει την τάξη αυτή εάν παντρευόταν έναν από τους βασιλήες/μνηστήρες του θρόνου[13]. Η λύση αυτή θα διευκολυνόταν προφανώς ή, έστω θα ενθαρρυνόταν, αν εξέλειπε βιολογικά ο ίδιος ο Τηλέμαχος. Όμως στην περίπτωση αυτή θα επρόκειτο για «πραξικόπημα», δηλαδή για κατάλυση της πάτριας νομιμότητας[14]. Το «ροκάνισμα» του χρόνου από την Πηνελόπη επιδέχεται από την άποψη αυτή διπλή ερμηνεία: είτε αυτήν που υιοθετεί ο Όμηρος είτε εκείνη που συνάδει με το ίδιον αυτής συμφέρον. Όντως η διατήρηση της εκκρεμότητας, της επέτρεπε να αναπληρώνει τον Οδυσσέα στη διοίκηση του κράτους και, φυσικά, να διασφαλίζει το συμφέρον του οίκου. Πράγμα που, όπως όλα δείχνουν, δεν φαίνεται ότι επετεύχθη αφού οι μνηστήρες εγκαταστάθηκαν για τα καλά στο ανάκτορο του Οδυσσέα και καρπώνονταν χωρίς αιδώ τα αγαθά του. Σε αντίθεση όμως με άλλες βασίλισσες του μυκηναϊκού κύκλου η εμμονή της Πηνελόπης στην αναμονή του Οδυσσέα απέτρεψε την εκτροπή και οδήγησε εντέλει στην αποκατάσταση της νομιμότητας..
- Συνάγεται λοιπόν ότι η γεωπολιτική πραγματικότητα και το επικοινωνιακό σύστημα της εποχής, η φύση της κοινωνίας και του κράτους, η ίδια η μαρτυρία της Οδύσσειας συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η Ιθάκη ως κρατική δεσποτεία συγκροτείται από το σύμπλεγμα των Ιονίων νησιών πλην της Κέρκυρας και μέρος της ηπειρωτικής ή ακαρνανικής ακτής. Από την άλλη, το νησί και το άστυ/πρωτεύουσα που καθόλες τις ενδείξεις έδωσαν το όνομά τους στο ίδιο το κράτος ήταν η σημερινή Λευκάδα. Η συνεκτίμηση των στοιχείων που με οδηγούν στο συμπέρασμα αυτό με κάνει τέλος να πιστεύω ότι η έδρα του Οδυσσέα βρισκόταν στη μέση ή στη νότια Λευκάδα, στο Νυδρί ή ενδεχομένως στη Βασιλική[15]. Για διαφορετικούς λόγους μπορεί, κατά τη γνώμη μου, να υποστηριχθεί και η μια και η άλλη άποψη. Το ζήτημα αυτό ωστόσο έχει μικρή σημασία αν αναλογισθεί κανείς ότι στασιάζεται ακόμη το μείζον, δηλαδή μια συμφωνία για την εσωτερική φυσιογνωμία και την δομή του κράτους της Ιθάκης.
[1] Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΊΑΜΒΟΣ, 17-18/Δεκ. 2007, σελ. 42-46.
[2] Στο λιμάνι της Ιθάκης βρίσκονται πολλά νέα και παλιά πλοία (Οδύσσεια, Β, 290-295) και έμποροι (Β, 320).
[3] Πολλές και συχνές είναι οι αναφορές του Ομήρου στην «ηπείροιο» ή στην «εν ηπείρω» ακτή.
[4] Ο Όμηρος αναφέρεται «στα πολυπληθή πρόβατα και στα στριφτοκέρατα και αργοκίνητα βόδια του [Οδυσσέα]» (Οδύσσεια, Α, 90-95). Οι μνηστήρες κατανάλωναν άμετρες τροφές και κρασί, επί τριετία, χωρίς ο πλούτος του Οδυσσέα να τελειώνει, γιατί «είχε μεγάλη όντως περιουσία. Κανένας από τους ευγενείς δεν είχε τόσο μεγάλη περιουσία ούτε στην σκοτεινή [ακαρνανική] στεριά («ούτ’ηπείροιο μελαίνης») ούτε στην ίδια την Ιθάκη. Ούτε είκοσι ευγενείς μαζί έχουν τόσα μεγάλα πλούτη. Κι εγώ δεν μπορώ να… τα μετρήσω. Στην στεριά («εν ηπείρω») είχε δώδεκα αγέλες βοδιών, ισάριθμες αγέλες προβάτων, χοίρων, γιδιών που έβοσκαν άνδρες μισθωτοί και βοσκοί. Εδώ [στην Ιθάκη] διέθετε ένδεκα μεγάλα κοπάδια γιδιών όλα πολυάριθμα,…», χοιροστάσια κλπ. (Οδύσσεια, Ξ, 95-105).
[5] «Εύμαιε, θα πει ο βασιλιάς της Ιθάκης, αλήθεια αυτά τα ωραία ανάκτορα είναι του Οδυσσέα και εύκολα αναγνωρίζονται ακόμη και αν ανάμεσα σε πολλά τα δει κάποιος. Από όλα τα άλλα είναι ξεχωριστά…» (Οδύσσεια, Ρ, 265). Το ανάκτορο του Οδυσσέα φιλοξενεί τους εκατόν οκτώ μνηστήρες, είκοσι δυο συνοδούς υπηρέτες κλπ και φυσικά το προσωπικό και τα μέλη της βασιλικής οικογένειας.
[6] Οδύσσεια, Β, 335-360. Με τα αποκτήματά του ο Οδυσσέας «μπορούσε να θρέψει και άλλους μέχρι δέκα γενιές» (Οδύσσεια, Τα, 295). Στην Τροία ο Οδυσσέας εμφανίζεται να έχει προσφέρει στους θεούς τις περισσότερες θυσίες (Οδύσσεια, Α, 64-67). Διέθετε επίσης έναν από τους ισχυρότερους στόλους μεταξύ των Αχαιών, ο οποίος όμως φαίνεται ότι δεν άφησε ίχνη πίσω του ή έγινε αντικείμενο ιδιοποίησης εκ μέρους των άλλων ευγενών της Ιθάκης. Εξού και ο Τηλέμαχος ζητάει από τους μνηστήρες να του χορηγήσουν πλοίο για να μεταβεί στην Πύλο (Β, 320) ώστε να μην ταξιδέψει σαν έμπορος, δηλαδή ως επιβάτης σε ξένο πλοίο.
[7] Το Δουλίχιο εμφανίζεται ως «πράσινο και σιτοφόρο» νησί (Οδύσσεια, Π, 397).
[8] Επιπλέον, ο Όμηρος μας πληροφορεί ότι στο νησί της Ιθάκης ο Οδυσσέας καταγινόταν «με το κυνήγι άγριων κατσικιών, ζαρκαδιών και λαγών», γεγονός που παραπέμπει σε έναν εσωτερικό ζωτικό χώρο που επαρκούσε επίσης για τη διατήρηση της άγριας φύσης (Ρ, 290-295).
[9] «Με ποιο πλοίο ήρθες και πως σε έφεραν οι ναύτες στην Ιθάκη [ξένε]; ….Γιατί δεν πιστεύω να ήρθες εδώ πεζή (δια ξηράς)» (Οδύσσεια, Α, 170-175: «οπποίης τα’επί νηός αφήκεο; Πώς δε σε ναύται ήγαγον εις Ιθάκην;…ου μεν γαρ τι σε πεζόν οϊομαι ενθάδ’ικέσθαι»). Η ίδια διατύπωση επαναλαμβάνεται στη ραψωδία Ξ (187-190) της Οδύσσειας.
[10] Για το ζήτημα αυτό βλέπε το έργο μου, Το ελληνικό κοσμοσύστημα, τ.Α. Η κρατοκεντρική περίοδος της πόλης, Σιδέρης, Αθήνα, 2006.
[11] «..αλλ’η τοι βασιλήες Αχαιών εισί και άλλοι πολλοί εν αμφιάλω Ιθάκη, νέοι ήδε παλαιοί. ..» (Οδύσσεια, Α, 395). Ένας εξ αυτών όμως μέλλεται να γίνει «παμβασιλεύς», να βασιλεύσει σε όλη την Ιθάκη (όπ.παρ. Α, 402: «..τις εν αμφιάλω Ιθάκη βασιλεύσει Αχαιών..»).
[12] Οδύσσεια, Π, 245- 260. Ο αριθμός των ευγενών που αριθμούνται εν προκειμένω αντιστοιχεί σ’αυτούς που διεκδικούν τον θρόνο του Οδυσσέα. Σε κάθε περίπτωση όμως αντανακλά και την κατανομή της γαιοκτησίας σε κάθε ένα από τα νησιά. Όπως προκύπτει στο Δουλίχιο -ίσως δε και στα άλλα νησιά- είχε δημιουργηθεί μια εσωτερική ιεραρχία που υπεδείκνυε γενικότερα ότι κατά τόπους η κρατική δεσποτεία αναπαρήγε το σύστημά της. Όντως, ο ευγενής Αμφίνομος ηγείται των μνηστήρων του νησιού. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο μικρός αριθμός των μνηστήρων που προέρχονται από την Ιθάκη οφείλεται όχι στο μικρό της έδαφος αλλά στην καθοριστική γαιοκτητική θέση –στο μέγεθος της γης- που κατείχε ο Οδυσσέας στο νησί ή ενδεχομένως και στη μικρότερη αμφισβήτηση εκ μέρους τους.
[13] Οδύσσεια, Β, 85 επ., 203 επ.
[14] Οδύσσεια, Π, 380 επ.
[15] Το ανάκτορο του Οδυσσέα ήταν κοντά στη θάλασσα, το δε λιμάνι βαθύ όχι μακριά από τους βράχους, που το χτυπούσε αδιάκοπα ο άνεμος («λιμένος πολυβενθέος») (Οδύσσεια, Π, 325, 354). Πλησίον όμως στο άστυ που τοποθετείται κάτωθεν του Νηίου όρους υπήρχε κρήνη (πηγή) «τυκτή καλλίροος, όθεν υδρεύοντο [οι] πολίται…κατά δε ψυχρόν ρέεν ύδωρ υψόθεν εκ πέτρης» (Ρ, 205-210).
- Διατηρείται το δικαίωμα αναδημοσιεύσης του παρόντος άρθρου σε οποιοδήποτε μέσο, με απαραίτητη προϋπόθεση να αναγράφεται η παρούσα ιστοσελίδα και ο συγγραφέας ως πηγή. -