Γιώργος Κοντογιώργης: «Θα συγκροτήσουμε τις μικρές και τη συνολική Πνύκα στο επίπεδο της τεχνολογίας της επικοινωνίας»
Τις επιπτώσεις που θα αφήσει πίσω της η κρίση του κορωνοϊού προς όφελος του ατόμου και της κοινωνίας, αναλύει στα «Στερεά Νέα» ο Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής επιστήμης και πρώην Πρύτανης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Γιώργος Κοντογιώργης. Ο κ. Κοντογιώργης αναπτύσσει το σκεπτικό του για την αλματώδη εξέλιξη που έχει ήδη ξεκινήσει να προκαλεί η πανδημία στην τεχνολογία, τους θεσμούς και την κοινωνία. Παράλληλα σχολιάζει το αν είμαστε στα πρόθυρα διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συνέντευξη στον Παύλο Σφέτσα
Τι πιστεύετε ότι θα συμβεί μετά το πέρας της κρίσης του κορωνοϊού;
Η κρίση που προκαλεί μια επιδημία έχει προεκτάσεις που αφορούν στο σύνολο της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής, οι οποίες αναδεικνύονται όταν και μόλις τελειώσει. Αυτό το βλέπουμε στην ιστορία ότι επανέρχεται. Μία επιδημία που γίνεται μάλιστα πανδημία συχνά έχει επιπτώσεις οι οποίες προκαλούν βίαιες, θα έλεγα αλματώδεις εξελίξεις, λειτουργώντας μάλιστα ως κινητήριος δύναμη της μεταβολής μέσα στην εξέλιξη. Σήμερα έχει «κλείσει», εξαιτίας της επιδημίας, ολόκληρη σχεδόν η οικονομική και -θα έλεγα- κοινωνική ζωή. Αυτό σημαίνει ότι οι επιπτώσεις π.χ. στην οικονομία, ακόμη κι αν διαρκέσει για έναν – δύο μήνες, θα είναι πάρα πολύ σημαντικές. Ενόσω διαρκεί ο εγκλεισμός εντούτοις δεν γίνονται αισθητές με την έννοια της συγκομιδής συμπερασμάτων, γιατί προτεραιότητα έχει η επιβίωση των ανθρώπων. Γι’ αυτό και υπακούουν όλοι στα κελεύσματα της εξουσίας να κλειστούν στα σπίτια τους, γι’ αυτό και αντιμετωπίζουμε με εντυπωσιακή συναίνεση το θέμα της υγείας. Όταν όμως παρέλθει αυτή η ανάγκη που συσπειρώνει τους ανθρώπους γύρω από την εξουσία, και αποκατασταθεί η καθημερινότητα, η κοινωνία και η οικονομία θα κάνει τον απολογισμό της πέρα από τις επιπτώσεις στην υγεία. Τότε θα χρειαστεί να κάμει και τον απολογισμό, την αποκομιδή των συντριμμιών που άφησε πίσω της η επιδημία. Και τα συντρίμμια θα είναι πολυσήμαντα. Θα αφορούν στην τσέπη ενός εκάστου ή στις συνέπειες λόγω των απωλειών της κοινωνικότητάς μας και σε πλήθος άλλων τομέων της προσωπικής και της κοινωνικής μας ζωής. Τότε θα αρχίσουμε να σκεφτόμαστε βεβαίως τι συνέβη γενικότερα ή τι συνέβη σε μας και πως θα αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες. Την κρίσιμη αυτή στιγμή θα στρέψουμε το βλέμμα μας στην πολιτική η οποία είναι ο παράγοντας εκείνος που είτε προλαμβάνει, είτε θεραπεύει είτε αποδεικνύεται αδύναμος ή και ανίκανος να ανταποκριθεί στις ανάγκες της κοινωνίας.
Αν δεν υπάρξουν λοιπόν πρόνοιες που θα μπορέσουν να εξαλείψουν ζωτικές απώλειες που προκάλεσε η επιδημία, για να φτάσουν οι κοινωνίες σε ένα σημείο ικανοποίησης και ανακούφισης, τότε η σχέση μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής θα είναι δύσκολη. Κι όταν λέμε δύσκολη, εννοούμε πολύ δύσκολη. Γιατί διαφορετικά αντιμετωπίζει κανείς την ανέχεια που βιώνει όταν δεν γνώρισε την ευημερία και διαφορετικά όταν ήρθε αιφνιδίως ως συνέχεια της απώλειας της ευημερίας. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, που ανήκει η σημερινή κρίση, οι επιπτώσεις στη σχέση μεταξύ των διαφόρων κοινωνικών στρωμάτων και της πολιτικής θα είναι σημαντικές και θα καθορίσουν το εύρος της αποσταθεροποίησης, της αμφισβήτησης της πολιτικής. Εκεί θα φανεί αν τα άρχοντα στρώματα θα διακρίνουν τον κίνδυνο και θα επιδιώξουν μια κάποια συναίνεση, την αποκατάσταση μιας νέας ικανοποιητικής ισορροπίας με τα κοινωνικά στρώματα που υπέστησαν απώλειες, ή θα επιδιώξουν τη διατήρηση των κεκτημένων ως εάν δεν συνέβη τίποτε. Η δυσκολία εν προκειμένω βρίσκεται στο ότι την περίοδο της επιδημίας θα πληγούν οριζοντίως πολλά κοινωνικά στρώματα, συμπεριλαμβανομένων και πολλών από εκείνα που κατείχαν ηγετική θέση στην οικονομία, στην κοινωνία στην πολιτική κλπ. Άρα η περίοδος μετά την έξοδο από την επιδημιολογική κρίση και μέχρι να αποκατασταθεί μια καινούρια ισορροπία στον κοινωνικό και οικονομικό ιστό θα είναι εξαιρετικά δύσκολη. Και εδώ η θέση της πολιτικής θα κληθεί να αναλάβει έναν κομβικό ρόλο στα πράγματα. Στο νέο αυτό περιβάλλον οι άρχοντες του κόσμου θα πρέπει να συνεκτιμήσουν, είτε το θέλουν είτε όχι, τις νέες σημαίνουσες αλλαγές που θα αναδείξουν οι συνθήκες και ο αγώνας για την επιβίωση ή για την αντιμετώπιση της επιδημίας από την πλευρά της κοινωνίας. Αλλαγές, οι οποίες θα προκαλέσουν μια προσαρμογή σε μέσα, σε νοοτροπίες και σχέσεις στο σύνολο του κόσμου της εποχής μας που αναγγέλλουν ένα βίαιο άλμα προς τα εμπρός. Άλμα όχι μόνο της οικονομίας αλλά και των κοινωνιών τη φορά αυτή.
Με ποιον τρόπο;
Ο τρόπος αυτός μπορεί να ειδωθεί και σε συνέπεια με τις εξελίξεις που ήδη δρομολογούνται μέσα στην επιδημιολογική κρίση. Θεωρώ ότι θα έχουμε να κάνουμε στο άμεσο μέλλον με μία άλλη σχέση κοινωνίας και οικονομίας και κοινωνίας και πολιτικής. Η οικονομία κατά την προ επιδημίας εποχή είχε μετασχηματιστεί με εντυπωσιακό τρόπο σε αυτό που αποκαλώ «διεθνή των αγορών», είχε ήδη ελέγξει τους μηχανισμούς ισχύος και εξουσίας, και είχε γίνει ανεξέλεγκτη. Είχε επιβάλει όχι μόνο την πολιτική της ηγεμονία, αλλά και μια άνευ προηγουμένου αναδιανομή και μάλιστα ιδεολογική ηγεμονία την οποία Δεξιά και Αριστερά έσπευδαν να την υπηρετήσουν. Σε βαθμό που όποιος μάλιστα επικαλείτο τη βούληση ή το συμφέρον της κοινωνίας εθεωρείτο λαϊκιστής, εκτός των προδιαγραφών της ορθοταξίας των πραγμάτων. Απέναντι σε αυτήν την πλευρά της οικονομίας θα έρθουν αντιμέτωπες όχι μόνον οι δυνάμεις της εργασίας, αλλά και ένα μεγάλο μέρος της αστικής τάξης που θα υποστεί τις συνέπειες της κρίσης. Συγχρόνως η διεθνής των αγορών και οι πολιτικοί και ιδεολογικοί διακινητές της θα βρεθούν αντιμέτωποι και με μια νέα πραγματικότητα την οποία ξόρκιζαν μέχρι τώρα. Την οικείωση των μελών της κοινωνίας με την τεχνολογία της επικοινωνίας. Η οικείωση αυτή θα φέρει τις κοινωνίες σε απόσταση αναπνοής από την πολιτική εξουσία την οποία θα αναγκάσουν να λαμβάνει υπόψη και τη βούληση και το συμφέρον τους. Από τη στιγμή που η πολιτική θα αισθάνεται κοντά της την ανάσα της κοινωνίας των πολιτών η οικονομία θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια νέα πραγματικότητα που δεν θα μπορεί να αγνοήσει, όπως συνέβαινε προ της επιδημίας.
Τις συνέπειες της νέας αυτής σχέσης μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής θα τις δούμε και σε επί μέρους τομείς, όπως είναι το λεγόμενο κράτος πρόνοιας το οποίο -όπως ξέρουμε- είχε εγκαταλειφθεί στη μοίρα του, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στις περισσότερες χώρες της Δύσης. Τις συνέπειές του τις διαπιστώνουμε σήμερα στην Ιταλία ή στην Ισπανία ή αλλού. Ευλόγως θα με ρωτήσετε τι θα συμβεί ώστε αυτό που δεν μπόρεσαν οι κοινωνίες πριν από την επιδημία να επιτύχουν θα το επιτύχουν μετά από αυτήν. Η απάντηση βρίσκεται στην οικείωσή τους με την τεχνολογία της επικοινωνίας και στο πλαίσιο αυτό με το πολιτικό σύστημα. Σε ποιο βαθμό το πολιτικό σύστημα θα παραμείνει το ίδιο, όπως ελπίζουν οι μεν, ή θα αναγκαστεί να συνεκτιμήσει και τη νέα σχέση και θέση που θα επιδιώξει -όπως νομίζω- να καταλάβει η κοινωνία στο μέλλον με υπομόχλιο την τεχνολογία;
Έχετε ήδη αναφερθεί σε ραγδαίες εξελίξεις όσον αφορά την τεχνολογία, τους θεσμούς και την κοινωνία. Θα ήθελα να μας αναπτύξετε το σκεπτικό σας πάνω στους τρεις αυτούς τομείς.
Το γεγονός ότι ολόκληρες κοινωνίες κλείνονται στα σπίτια τους, το σύνολο σχεδόν της παραγωγικής διαδικασίας και μεγάλο μέρος της λειτουργίας του κράτους κλείνουν, οδηγεί εκ των πραγμάτων σε μία αναγκαστική και αλματώδη επιτάχυνση των εξελίξεων στον τομέα της τεχνολογίας. Γιατί η τεχνολογία της επικοινωνίας απομένει ως ο μόνος τρόπος να κάνει κανείς τις συναλλαγές του με τις τράπεζες, με το δημόσιο, να προσεγγίσει τους πελάτες του, να κάνει τις αγορές του από το σούπερ μάρκετ, από τα καταστήματα ιματισμού κλπ., όπως επίσης και να αναπτύξει την επικοινωνία του στο πεδίο των κοινωνικών σχέσεων. Αυτομάτως στο μέτρο που το σπίτι ενός εκάστου γίνεται ένας χώρος φυλακής, εγκλεισμού, αναζητά άλλες λύσεις κι αυτές σήμερα είναι οι λύσεις που διέρχονται από την τεχνολογία της επικοινωνίας. Η τεχνολογία επιταχύνει την εξέλιξή της στους τομείς που δημιουργείται ζήτηση η κοινωνία, η οικονομία και η πολιτική και προσαρμόζεται για να τις ικανοποιήσει. Με τον τρόπο αυτόν η τεχνολογία συμβάλει στην ανάπτυξη νέων πρακτικών και κατ’ επέκταση νέων νοοτροπιών και συμπεριφορών στο επίπεδο της επικοινωνίας των ανθρώπων, τις οποίες ο υποχρεωτικός εγκλεισμός στο σπίτι θα προκαλέσει μια άνευ προηγουμένου επιτάχυνση στο μέλλον. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της τεχνολογίας θα προσφερθούν νέες ευκαιρίες στον κοινωνικό άνθρωπο. Συγχρόνως όμως η αναδιάρθρωση των συσχετισμών στο πεδίο της οικονομίας που θα επιφέρει η κρίση και η οικείωση της κοινωνίας με την τεχνολογία της επικοινωνίας θα μεταβάλει άρδην τις εσωτερικές της σχέσεις τόσο μεταξύ των ηγετικών της παραγόντων, όσο και με την κοινωνία της εργασίας. Π.χ. στον τομέα της εργασίας γνωρίζουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος ακόμα της εργασιακής σχέσης αναπτύσσεται μέσα στο χώρο της επιχείρησης. Θα πάει το πρωί ο εργαζόμενος στη δουλειά του, ο εργοδότης του έχει εξασφαλίσει ένα γραφείο ή έναν χώρο για να εργασθεί. Ο εργαζόμενος αυτός με σχέση εξαρτημένης εργασίας θα πρέπει να είναι ασφαλισμένος, άρα ένα μέρος θα το καλύψει ο εργοδότης, ένα μέρος ο εργαζόμενος και πολλά ακόμη ζητήματα που έχουν να κάνουν με την εργασία. Η εφαρμογή του οκταώρου, η εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς περιβάλλοντος αποτελούν μέρος των υποχρεώσεων του εργοδότη κ.ο.κ., Αυτό είναι το γενικό σχήμα έως σήμερα, παρόλον ότι διαπιστώνουμε ότι σταδιακά εκφυλίζεται σε ορισμένες πτυχές του ενώ σε άλλες μεταλλάσσεται. Στο μέτρο που ήδη στο περιβάλλον της επιδημίας γίνεται υποχρεωτική η εξ αποστάσεως εργασία στην πρώτη φάση λειτουργεί με το κλασικό καθεστώς, δηλαδή με όρους εξαρτημένης εργασίας. Σε μια επόμενη φάση, όταν ο εργοδότης αντιληφθεί ότι η εργασία από το σπίτι αποδίδει και τον συμφέρει, θα πάψει να προσλαμβάνει εργαζόμενους και να τους έχει σε συγκεκριμένο χώρο, να τους παρέχει μισθό, να τους ασφαλίζει κλπ. Θα σκεφτεί ότι μπορεί να αναθέτει αυτές τις εργασίες σε τρίτους οι οποίοι να παρέχουν το έργο και να μην έχει ο ίδιος τις ανάλογες υποχρεώσεις που κοστίζουν. Η μεταβολή της εξαρτημένης εργασίας σε σχέση παροχής έργου είχε ήδη ξεκινήσει βοηθούσης της τεχνολογίας πριν την επιδημία. Μετά από αυτήν όμως θα επιταχυνθεί και σε λίγο χρόνο θα γίνει καθεστώς. Την ίδια στιγμή το ηλεκτρονικό εμπόριο, η ηλεκτρονική ανταλλαγή στο σύνολό της, θα εισέλθει στις καθημερινές συνήθειες τόσο της οικονομίας όσο και του κοινωνικού ανθρώπου που θα σπεύσει η τεχνολογία να προσφέρει στην οικονομία το πεδίο της εφαρμογής του.
Η άλλη πλευρά είναι οι θεσμοί. Το βλέπουμε και στην Ελλάδα όπου οι θεσμοί προσαρμόζονται πολύ πιο αργά αλλά και παντού. Η αφομοίωση των επιτευγμάτων της τεχνολογίας της επικοινωνίας γίνεται με ταχύς ρυθμούς εκεί όπου ο κάτοχός τους αντλεί συμφέρον, λ.χ. στον τομέα της φορολογίας. Διαφορετικά οι θεσμοί εμφανίζουν μια δυστοκία στην προσαρμογή τους καθώς είναι δύσθυμοι στο να ελευθερώσουν τον πολίτη από τα γρανάζια της εξάρτησης. Έτσι για να βγάλουμε ένα πιστοποιητικό χρειαζόταν μέχρι σήμερα να πάμε στο ΚΕΠ, να επικοινωνήσουμε με τον δήμο μας, να πάμε εκεί αν κατοικούσαμε μακριά να μας ταλαιπωρήσει για να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του. Σχετικά ίδια ισχύουν με όλους τους θεσμούς: Με το κράτος, με τους επί μέρους θεσμούς που είναι οι τράπεζες, η εκπαίδευση, οι οποίοι αξιώνουν από τον πολίτη προσωπική παρουσία. Έπρεπε να πάει κανείς στην αίθουσα για να κάνει μάθημα. Έπρεπε να πάει στο γκισέ της τράπεζας για να κάνει μια συναλλαγή τις περισσότερες φορές. Είτε γιατί ο θεσμός ζει στην εποχή της φυσικής επικοινωνίας είτε ο πολίτης, αδιάφορο. Τι αποκάλυψε η κρίση; Ότι εντέλει μέσα σε λίγες ημέρες επιλύεται κάθε τεχνικό εμπόδιο που έως τώρα χρόνιζε επί μεγάλο διάστημα με το αιτιολογικό ότι δεν ήταν εύκολο να γίνει. Αποκαλύπτεται δηλαδή ότι η διευκόλυνση της κοινωνίας στις συναλλαγές της με το κράτος ή η ακόμη περισσότερο η λειτουργία της κοινωνίας μέσα από την εξ αποστάσεως παροχή υπηρεσιών, δεν προωθείτο επειδή δεν ήθελε ή αδιαφορούσε να προσαρμοστεί ο εκάστοτε θεσμός. Παρατηρούμε αίφνης ότι όλα τα πιστοποιητικά της τράπεζας και του κράτους θα δίδονται πια με ηλεκτρονικό τρόπο. Πως εξηγείται ότι σε μια δυο μέρες έχουμε τέτοια ιλιγγιώδη προσαρμογή του κράτους, τη στιγμή που προηγουμένως μας λέγανε πως δεν είναι εφικτό; Σε κάθε περίπτωση όμως, αυτή η κρίση, που καταργεί τις συλλογικότητες σε επίπεδο φυσικής επικοινωνίας όπως και την σχέση της συλλογικότητας και των ατόμων με τους θεσμούς, θα προκαλέσει πολύ μεγάλες αλλαγές, οι οποίες θα είναι εκ των πραγμάτων προς όφελος του ατόμου και της κοινωνίας.
Να έρθουμε στην κοινωνία. Οι κοινωνίες, γνωρίζουμε πολύ καλά, και μάλιστα στο μέτρο που την προηγούμενη περίοδο δέσποζε στα μυαλά του κόσμου η προσέγγιση της τεχνολογίας που δίδαξε ο Όργουελ ,ότι είναι εξ αντικειμένου το απόλυτο κακό. Προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι η τεχνολογία θα καταργήσει την ιδιωτικότητά μας, και θα υποτάξει το άτομο και τις κοινωνίες στις πιο σκοτεινές εκδηλώσεις των πάσης φύσεως εξουσιών. Η άποψη αυτή κατέληγε να ενοχοποιεί το ουδέτερο μέσον, την τεχνολογία, και να απαλλάσσει τον υπαίτιο, το σύστημα. Το ζήτημα επιμένω από την πλευρά μου είναι ποιος ελέγχει την τεχνολογία και κυριολεκτικά ποιος κατέχει το σύστημα, δηλαδή το πολιτικό σύστημα και δι’ αυτού την οικονομία. Αυτός βάζει τους κανόνες, αυτός επίσης ελέγχει την εφαρμογή τους. Η τεχνολογία όμως είναι επίσης το φυσικό μέσον που θα επιτρέψει στην κοινωνία να ελέγξει το πολιτικό σύστημα και να το χρησιμοποιήσει για την διεύρυνση του πεδίου της ελευθερίας της. Με τον έλεγχο του πολιτικού συστήματος θα ελέγξει εντέλει τις χρήσεις της τεχνολογίας της επικοινωνίας. Η ηλεκτρονική επικοινωνία στην εποχή της επιδημίας είναι ικανή να πείσει την κοινωνία ότι πολλές από τις συλλογικές λειτουργίες της μπορούν να αναπτυχθούν και μέσω του διαδικτύου. Η επικοινωνία δύο φίλων, μιας οικογένειας, των παππούδων με τα παιδιά και τα εγγόνια τους, η διοργάνωση εκδηλώσεων, συνεδρίων, διαδικτυακών σεμιναρίων, της σύνολης επιστημονικής και εκπαιδευτικής λειτουργίας, κοινωνικές συναθροίσεις κ.ο.κ. Ο άνθρωπος ως φύσει προσαρμοστικό ζώον ψάχνει να δημιουργήσει καινούριες επαφές, σχέσεις επικοινωνίες, συναντήσεις με τον ηλεκτρονικό τρόπο που προηγουμένως ερχόταν να αμφισβητήσει, λέγοντας μάλιστα ότι είναι αφύσικος.
Πρέπει να πω ότι αυτά τα οποία έχουν να κάνουν με τη φυσική επικοινωνία και δεν μπορούν να αντικατασταθούν, θα συνεχίσουν και μετά την επιδημία. Η συνάντηση δύο ερωτευμένων θα γίνει στο παγκάκι, στο σπίτι, με φυσικό τρόπο. Δεν θα γίνει σε ηλεκτρονικό επίπεδο. Παρόλον ότι εκεί θα υπάρξουν προεκτάσεις αυτής της συνάντησης για να αναπληρωθεί όταν θα υπάρχει η έλλειψή της ή για να αναπτύξει και καινούρια ενδιαφέροντα σε πολλά πεδία. Το ίδιο θα γίνει και με τη συνάντηση των ανθρώπων σε έναν βαθμό με την τέχνη, τη γνώση και πολλά άλλα. Όμως, σε πολύ μεγάλο βαθμό, η συνάντηση των ανθρώπων με την τέχνη, με τη γνώση κλπ. θα αναπτυχθεί με αλματώδη τρόπο μέσω της τεχνολογίας της επικοινωνίας, όπου βλέπουμε τώρα να απελευθερώνονται από τα μουσεία, τις βιβλιοθήκες σημαντικές ηλεκτρονικές καταγραφές και είναι προσιτές σε όλους μας. Το ίδιο θα συμβεί με τα Μέσα Ενημέρωσης αλλά και σε επίπεδο κοινωνικότητας. Στο μέσον της επιδημίας διαπιστώνουμε ότι πολλοί άνθρωποι συναντώνται είτε κατά μόνας, είτε με διάφορες ομάδες στο επίπεδο του διαδικτύου. Μικρές Πνύκες φυτρώνουν σαν μανιτάρια παντού.
Αυτές οι συναντήσεις οι μικρές Πνύκες μπήκαν ήδη στο αυλάκι και τώρα επιταχύνονται για να εδραιωθούν σιγά σιγά ως τρόπος του βίου. Ήδη ο κόσμος αντιλαμβάνεται ότι η συνάντηση αυτή δεν είναι παρά φύσιν, όπως νόμιζε πριν, αλλά είναι μια αναγκαία και μάλιστα μια χρήσιμη αναπλήρωση ή συμπλήρωση και αυτοτελής οργάνωση όλης αυτής της ανάγκης, η οποία προηγουμένως γινόταν μόνο με φυσικό τρόπο. Την περίοδο αυτή έχω προσκληθεί και έχω συμμετάσχει σε διαδικτυακές συζητήσεις και σεμινάρια, τα οποία συγκεντρώνουν 40, 50 και 60 ανθρώπους που συμμετέχουν από όλη την Ελλάδα ή το εξωτερικό και ο καθένας βλέπει το πρόσωπο του άλλου. Αυτές οι δραστηριότητες άλλοτε γινόταν σε μια αίθουσα. Η εξοικείωση θα άρει σαφώς την αντίληψη της αμφισβήτησης αυτού του είδους της επικοινωνίας. Θα γίνει επίσης αντιληπτό ότι χάρη στην τεχνολογία της επικοινωνίας η διεθνής των αγορών κατάφερε να διακτινωθεί και να επιβάλει την ηγεμονία της. Όπως για την οικονομία έτσι και για τις κοινωνίες η τεχνολογία της επικοινωνίας δεν θα αναπληρώσει την φυσική επικοινωνία, θα δώσει νέες διαστάσεις, θα δημιουργήσει καινούρια πεδία συνάντησης τα οποία δεν φανταζόταν μέχρι τώρα. Μέσα από τον εγκλεισμό επικοινώνησαν οι Έλληνες με συγγενείς τους στην Αυστραλία, στην Αμερική, παντού ενώ μπορούν να περιηγηθούν σε ένα μουσείο της Ευρώπης ή της Αμερικής, σε μια ξένη βιβλιοθήκη, να θαυμάσουν ένα έργο τέχνης, να αγοράσουν ένα προϊόν από την Αμερική ή την Κίνα και πολλά άλλα. Η δύναμη της περιέργειας και ο εθισμός σ ’αυτήν σε συνδυασμό με την ανάγκη, είναι σημαντικό κίνητρο για να γίνει κτήμα των μελών της κοινωνίας η τεχνολογία της επικοινωνίας. Καταλαβαίνετε επομένως ότι αυτή η πλευρά της επικοινωνίας είναι κρίσιμη γιατί δημιουργεί καινούριες συνθήκες συλλογικής συνάντησης των ανθρώπων και πιο συγκεκριμένα θέσμισης των συλλογικοτήτων αυτών ενώ συγχρόνως τις προικίζει με νέες διαστάσεις στο περιεχόμενό τους. Αν τώρα σε αυτό το επίπεδο κάνουμε προβολές και στις σχέσεις της κοινωνίας ή των επί μέρους ομάδων ή των ατόμων με τους θεσμούς, αντιλαμβανόμαστε ότι εδώ υπεισερχόμαστε σε αυτό που είναι ο πυρήνας του μέλλοντος. Δηλαδή η συνάντηση της κοινωνίας με την οικονομία και κυρίως η συνάντηση της κοινωνίας με την πολιτική σε ένα περιβάλλον όπου τα μέλη της θα μεταβληθούν σε εταίρους του συλλογικού γίγνεσθαι.
Με το διαδίκτυο η κοινωνία από εξωθεσμικός ιδιώτης μεταβάλλεται η ίδια σε συνιστώσα του θεσμού. Η επισήμανση αυτή απαντά στους ισχυρισμούς ορισμένων που έσπευσαν να πανηγυρίσουν το τέλος της «παγκοσμιοποίησης» με αφορμή την παρέμβαση του κράτους για την αντιμετώπιση της επιδημίας. Σφάλμα μέγα που όταν παρέλθει η επιδημία θα το διαπιστώσουν, πλην όμως θα είναι αργά. Η παρέμβαση του κράτους ήρθε να σώσει το σύστημα από την κατάρρευσή του όχι να το ανατρέψει. Η «παγκοσμιοποίηση» είναι συστατικό μέρος της εξέλιξης, ήρθε για να μείνει, δεν θα τελειώσει. Θα τελειώσει όμως η ηγεμονία των αγορών εάν και εφόσον αλλάξει το σύστημα που την επιτρέπει. Και αυτό θα συμβεί από τη στιγμή που οι κοινωνίες έχοντας ιππεύσει στην τεχνολογία της επικοινωνίας αξιώσουν να οικοδομήσουν εκεί το αντίστοιχο της Πνύκας των Αθηναίων. Την θέσμισή τους ως δήμο, δηλαδή ως οργανικό μέρος της πολιτικής διαδικασίας. Η τεχνολογία της επικοινωνίας είναι από μόνη της ικανή να αποδείξει ότι η δύναμη της κοινωνίας είναι πρωτογενής και ανυπέρβλητη εφόσον καταλάβει θέση στο «στασίδι» εντός του πολιτικού συστήματος κατ’ ελάχιστον ως εντολέας.